- ανασκελάς
- οπληθ. -άδες, δαιμόνιο με μορφή γαϊδάρου, που κατά τη λαϊκή πίστη –ιδιαίτερα στην Κρήτη– παρουσιάζεται τη νύχτα στα σταυροδρόμια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ανασκελάς — ο (Μ ἀνασκελάς) γαϊδουροπόδαρος, δαιμονικό που φανερώνεται τη νύχτα προχωρώντας με ανοιχτό διασκελισμό. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβ. ετυμολ. Πιθ. προέρχεται από το αρχ. ονοσκελίς και ανήκει στις λέξεις εκείνες στις οποίες παρετυμολογικά εισάγεται πρόθεση (πρβλ … Dictionary of Greek
αδιάσκελας — Το κακό πνεύμα, το αγερικό,όπως ονομάζεται στη Μύκονο. Στην Κρήτη ονομάζεται ανασκελάς. Πήρε το όνομα αυτό γιατί, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, το κακό πνεύμα συνήθιζε να φανερώνεται στους ανθρώπους ξαπλωμένο ανάσκελα στη μέση του δρόμου. Στην… … Dictionary of Greek